Ψάχνοντας το καλεντάρι των αγώνων για το μήνα Οκτώβριο, μήνας στον οποίο μπορώ να πάρω άδεια από τη δουλειά μου, και καθώς μου το είχε προτείνει ο πολύ καλός φίλος Χάρης Λεζπουρίδης με τον οποίο είχαμε τρέξει παρέα και στη Τρανσυλβανία το Μάιο, θυμήθηκα ότι είχαμε κάνει κουβέντα για έναν αγώνα που γίνεται στις Δαλματικές ακτές, το Dalmacija Ultra Trail. Βλέποντας λοιπόν τις ημερομηνίες είδα ότι με βόλευαν και έτσι προχώρησα στην εγγραφή μου στον αγώνα κάνοντας το μεγάλο βήμα να επιχειρήσω για πρώτη φορά τα 155 χιλιόμετρα με θετική υψομετρική +6.570 μέτρα.
Είχα παρέα και το πεθερό μου που μάλιστα τον δήλωσα για έκπληξη να τρέξει τα 20 χιλιόμετρα με +700 θετική υψομετρική. Έφτασε ο καιρός και η πτήση από Αθήνα στο Σπλιτ μέσω Μονάχου δε μας ταλαιπώρησε καθόλου. Στο Σπλιτ είχε βαν για το σταθμό λεωφορείων στο οποίο έπρεπε να πάρουμε το λεωφορείο για το Omis όπου γίνονταν ο αγώνας.
Την Πέμπτη το πρωί πήγαμε στο χώρο όπου μοίραζαν τους αριθμούς συμμετοχής και έκαναν έλεγχο στον υποχρεωτικό εξοπλισμό που έπρεπε να έχουμε μαζί. Κοίταξα στις καταστάσεις με τα ονόματα μήπως βρούμε κανένα άλλο Έλληνα αλλά δεν υπήρχε άλλος συμμετέχοντας από την χώρα μας. Αφού πήραμε τα νούμερα πήγαμε να φάμε 2-3 μακαρονάδες και καμία πίτσα για υδατανθράκωση, ενώ ο αγώνας ξεκινούσε τη Παρασκευή στις 15.00. Το μόνο πρόβλημα ήταν μια γαστρεντερίτιδα που με ταλαιπωρούσε το τελευταίο διήμερο, και ευχόμουν να μου περάσει ώστε να μην έχω προβλήματα κατά τη διάρκεια του αγώνα.Είχα παρέα και το πεθερό μου που μάλιστα τον δήλωσα για έκπληξη να τρέξει τα 20 χιλιόμετρα με +700 θετική υψομετρική. Έφτασε ο καιρός και η πτήση από Αθήνα στο Σπλιτ μέσω Μονάχου δε μας ταλαιπώρησε καθόλου. Στο Σπλιτ είχε βαν για το σταθμό λεωφορείων στο οποίο έπρεπε να πάρουμε το λεωφορείο για το Omis όπου γίνονταν ο αγώνας.
Ξυπνήσαμε το πρωί κάνοντας ένα 20 λεπτό χαλαρό τρεξιματάκι με λίγα ανοίγματα και μετά ακολούθησε πρωινό και πάλι υδατανθράκωσης με μακαρόνια. Ξάπλωσα λίγο να χαλαρώσω και σηκώθηκα να ετοιμαστώ για την εκκίνηση φτιάχνοντας και παραδίδοντας το drop bag που θα το έβρισκα στο 85ο χιλιόμετρο.
Η εκκίνηση ήταν μπροστά από μια παλιά εκκλησία μέσα στα όμορφα παραδοσιακά σοκάκια της πόλης. Από τα 107 άτομα που είχαμε δηλώσει ήμασταν τελικά 77 στην γραμμή της εκκίνησης, περιμένοντας για κάποια τεχνική ενημέρωση αλλά μάταια.
Ο καιρός ήταν αρκετά ζεστός με θερμοκρασία περίπου στους 27 βαθμούς χωρίς αέρα. Πήρα τις καλύτερες ευχές για τερματισμό από το 2ο πατέρα μου και ξεκίνησα. Τα πρώτα χιλιόμετρα ξεκινούσαν από τη πόλη και έπιαναν ένα παλιό καλντερίμι ανεβαίνοντας στο πρώτο βουνό, βλέποντας αμφιθεατρικά την πανέμορφη πόλη Omis.
Μετά το πρώτο σταθμό ακολουθούσε μια ακόμα ανάβαση και αμέσως μετά μια απότομη κατωφέρεια που οδηγούσε στο δεύτερο σταθμό, καθώς άρχισε να πέφτει το σκοτάδι. Μετά από περίπου 9 χιλιόμετρα είχε ήδη πέσει η νύχτα για τα καλά, ενώ έφτανα στον 3ο σταθμό όπου έφαγα 3 φέτες ψωμί, ήπια και 2 κόκα κόλα και ξεκίνησα για τη πρώτη μεγάλη ανάβαση σε περίπου +700 θετική υψομετρική μέσα σε 7 χιλιόμετρα. Έτσι έφτασα στα 45.6 χιλιόμετρα και περίπου 9 ώρες, για να αρχίσω τη κατάβαση σε δασικά κομμάτια για το πρώτο όριο των 11 ωρών στις 2 τα ξημερώματα στο 55.9 χιλιόμετρο. Έφτασα εκεί περίπου στις 01.00 και ξεκίνησα για το ίσως δυσκολότερο κομμάτι του αγώνα με +1.000 θετική υψομετρική σε περίπου 15 χιλιόμετρα, μέσα σε ενα καμένο δάσος που η μυρωδιά του σε εμπόδιζε στην αναπνοή. Οι μισές εγκαταλείψεις στον αγώνα έγιναν σε αυτό το κομμάτι.
Είχε αρκετό αέρα και θερμοκρασία στους 4 βαθμούς φτάνοντας στη κορυφή του βουνού και το ψηλότερο σημείο της διαδρομής. Η σκέψη των καθαρών ρούχων και αλλαγής παπουτσιών στην επόμενη στάση που θα έπαιρνα το drop bag και φτάνοντας στα μισά της διαδρομής μου έδωσαν δύναμη. Το ξημέρωμα με βρήκε σε δασικά μονοπάτια με κομμένους κορμούς όπου εξείχαν γύρω στους 5 πόντους και που δύσκολα τους διέκρινες με αποτέλεσμα να γυρίσω 2 φορές το πόδι μου! Η δυσκολία είχε αρχίσει να φαίνεται, αφού πιο κάτω συνάντησα κάποιους δρομείς να έχουν έντονα στομαχικά προβλήματα.
Στις 8 το πρωί είχα φτάσει στα μισά της διαδρομής, μέσα από πανέμορφα λιβάδια γεμάτα ομίχλη. Αφού άλλαξα ρούχα και παπούτσια ξεκίνησα ανανεωμένος και η μέρα άρχιζε να φαίνεται ότι θα ήταν ζεστή. Δασικοί δρόμοι γεμάτοι από φρέσκα περιττώματα από αρκούδες με έκαναν να ανησυχήσω λίγο. Η διαδρομή ήταν πολύ όμορφη δίπλα σε ποτάμι και τον ήλιο να καίει στους 30 βαθμούς.
Στους σταθμούς οι εθελοντές ήταν ευγενέστατοι αλλά τα φαγητά όχι ικανοποιητικά. Είχα καλύψει 120 χιλιόμετρα με +5.200 θετική υψομετρική με τα μονοπάτια να γίνονται πιο δύσκολα, με πέτρα και σαρα στα κατεβάσματα και τη κούραση να γίνεται εμφανή.
Κάποια στιγμή και καθώς νύχτωνε σε ένα μονοπάτι που οδηγούσε σε δάσος ένιωσα δίπλα μου κάτι να με κοιτάει. Γυρίζω, ανοίγω το φακό και βλέπω 2 κόκκινα μάτια ... λέω αρκούδα ... αρχίζω να σφυρίζω δυνατά και να φωνάζω.. μάλλον έφυγε.. μπαίνω στο δάσος και συνεχίζω με το 2ο φακό ανά χείρας γιατί άρχιζε να τελειώνει η μπαταρία του πρώτου..
Συνεχόμενα ανεβοκατεβάσματα μέσα στο δάσος με έκαναν να πιστέψω ότι κάνω κύκλους για περίπου 2 ώρες .. τα ίχνη της σηματοδότησης λιγόστευαν .. είχα χαθεί; να γυρίσω πίσω; να καλέσω τον αριθμό έκτακτης ανάγκης; να εγκαταλείψω.. Ίσως πρώτη φορά που μου ήρθε στο μυαλό η σκέψη της εγκατάλειψης.. Η μόνη μου ελπίδα το ρολόι μου που είχα περάσει τη διαδρομή να μου λέει ότι πάω σωστά .. πάω όμως; τρέχω κι είμαι στο ίδιο σημείο συνέχεια.. συνεχίζω απογοητευμένος για περίπου ένα μισάωρο και βλέπω και πάλι σημάδι.. πάω καλά.. πήρα αρκετή δύναμη αφού είχε στεγνώσει το στόμα μου μέσα στην ομίχλη που είχε σκεπάσει τα πάντα … στον επόμενο σταθμό ανέφερα στους εθελοντές την ελλιπή σήμανση κι αμέσως έφυγαν να τη διορθώσουν. Αυτή τη συνήθεια να κόβουν τις κορδέλες σήμανσης προφανώς αθλητές ποτέ δε το κατάλαβα. Τελικά τρώω στο σταθμό και ξεκινάω νυσταγμένος και αρκετά ταλαιπωρημένος.
Μετά από 130 χιλιόμετρα και +5.778 μέτρα θετική υψομετρική στις 29 ώρες, χωρίς ύπνο και ξεκούραση, βρέθηκα να τρέχω σε ένα παλιό χωματόδρομο που οδηγούσε σε ένα χωριό.. ξαφνικά ακούω μια φωνή... Γιώργοοοο... γυρνάω πίσω μου βλέπω τη γυναίκα μου! Τι κάνεις εσύ εδώ, πως βρέθηκες εδώ την ρωτάω! Ξαφνικά ένα τράνταγμα σε μια πέτρα με έκανε να ξυπνήσω! Οι παλμοί είχαν πέσει στους 90 και τα μάτια δε κρατιόντουσαν ανοιχτά.. Κυριολεκτικά άρχισα να αυτοχαστουκίζομαι αλλά τίποτα .. ίσως να κάτσω να κοιμηθώ λίγο; η υποθερμία παραμονεύει καθώς και άγρια ζώα.. Θυμήθηκα ότι είχα ένα σακουλάκι nescafe στη τσάντα μου. Το ανοίγω και ρίχνω λίγους κόκκους στο στόμα.. Ίσως είχε αποτέλεσμα τελικά..
Η διαδρομή είχε αρχίσει να γίνεται κατηφορική και επικίνδυνη, με σάρα σε πολύ απότομο γκρεμό ο οποίος δε συγχωρούσε λάθος. Το πιο επικίνδυνο κομμάτι της διαδρομής, αφού 8 χιλιόμετρα τα έκανα σε 3.30 ώρες. Φτάνω στον προτελευταίο σταθμό με πολύ πόνο στα πέλματα από τη βραχώδη διαδρομή, καθώς ένιωθα τις φουσκάλες να καίνε. Ακολούθησε ένα πανέμορφο κομμάτι, δίπλα ακριβώς από τη θάλασσα, αλλά δε κράτησε πολύ γιατί μας έβαλε σε ένα μονοπάτι γεμάτο πέτρα για να πιάσουμε το τελευταίο σταθμό.
Άρχισα να πιστεύω στο τερματισμό μου και ξεκίνησα να ανεβαίνω ώστε να καλύψω τα τελευταία μέτρα υψομετρικής και αμέσως μετά να αρχίσω να κατεβαίνω στα τελευταία χιλιόμετρα του αγώνα μέχρι να αντικρύσω από μακριά - ενώ η αϋπνία μου έπαιζε παιχνίδια - τον 2ο πατέρα μου να περιμένει να με συγχαρεί. Τα τελευταία μέτρα με βρίσκουν με δάκρυα στα μάτια γεμάτο συγκίνηση που τα κατάφερα μετά από 38 ώρες στη 15η θέση της κατηγορίας μου και 34η της γενικής κατάταξης.
Ο κάθε άνθρωπος που μπαίνει σε τέτοιους αγώνες έχει τον δικό του κρυφό λόγο, τον οποίο ίσως δε μάθει ποτέ κανένας άλλος. Κορυφαίος αθλητής δεν υπήρξα ποτέ ούτε νομίζω ότι θέλω, αλλά και μπορώ να υπάρξω. Θέλω απλώς σε 20 χρόνια να έχω ακόμη αυτόν τον παιδικό ενθουσιασμό όταν τερματίζω σε τέτοιους αγώνες.
Πηγή http://www.samostoday.grΗ εκκίνηση ήταν μπροστά από μια παλιά εκκλησία μέσα στα όμορφα παραδοσιακά σοκάκια της πόλης. Από τα 107 άτομα που είχαμε δηλώσει ήμασταν τελικά 77 στην γραμμή της εκκίνησης, περιμένοντας για κάποια τεχνική ενημέρωση αλλά μάταια.
Ο καιρός ήταν αρκετά ζεστός με θερμοκρασία περίπου στους 27 βαθμούς χωρίς αέρα. Πήρα τις καλύτερες ευχές για τερματισμό από το 2ο πατέρα μου και ξεκίνησα. Τα πρώτα χιλιόμετρα ξεκινούσαν από τη πόλη και έπιαναν ένα παλιό καλντερίμι ανεβαίνοντας στο πρώτο βουνό, βλέποντας αμφιθεατρικά την πανέμορφη πόλη Omis.
Μετά το πρώτο σταθμό ακολουθούσε μια ακόμα ανάβαση και αμέσως μετά μια απότομη κατωφέρεια που οδηγούσε στο δεύτερο σταθμό, καθώς άρχισε να πέφτει το σκοτάδι. Μετά από περίπου 9 χιλιόμετρα είχε ήδη πέσει η νύχτα για τα καλά, ενώ έφτανα στον 3ο σταθμό όπου έφαγα 3 φέτες ψωμί, ήπια και 2 κόκα κόλα και ξεκίνησα για τη πρώτη μεγάλη ανάβαση σε περίπου +700 θετική υψομετρική μέσα σε 7 χιλιόμετρα. Έτσι έφτασα στα 45.6 χιλιόμετρα και περίπου 9 ώρες, για να αρχίσω τη κατάβαση σε δασικά κομμάτια για το πρώτο όριο των 11 ωρών στις 2 τα ξημερώματα στο 55.9 χιλιόμετρο. Έφτασα εκεί περίπου στις 01.00 και ξεκίνησα για το ίσως δυσκολότερο κομμάτι του αγώνα με +1.000 θετική υψομετρική σε περίπου 15 χιλιόμετρα, μέσα σε ενα καμένο δάσος που η μυρωδιά του σε εμπόδιζε στην αναπνοή. Οι μισές εγκαταλείψεις στον αγώνα έγιναν σε αυτό το κομμάτι.
Είχε αρκετό αέρα και θερμοκρασία στους 4 βαθμούς φτάνοντας στη κορυφή του βουνού και το ψηλότερο σημείο της διαδρομής. Η σκέψη των καθαρών ρούχων και αλλαγής παπουτσιών στην επόμενη στάση που θα έπαιρνα το drop bag και φτάνοντας στα μισά της διαδρομής μου έδωσαν δύναμη. Το ξημέρωμα με βρήκε σε δασικά μονοπάτια με κομμένους κορμούς όπου εξείχαν γύρω στους 5 πόντους και που δύσκολα τους διέκρινες με αποτέλεσμα να γυρίσω 2 φορές το πόδι μου! Η δυσκολία είχε αρχίσει να φαίνεται, αφού πιο κάτω συνάντησα κάποιους δρομείς να έχουν έντονα στομαχικά προβλήματα.
Στις 8 το πρωί είχα φτάσει στα μισά της διαδρομής, μέσα από πανέμορφα λιβάδια γεμάτα ομίχλη. Αφού άλλαξα ρούχα και παπούτσια ξεκίνησα ανανεωμένος και η μέρα άρχιζε να φαίνεται ότι θα ήταν ζεστή. Δασικοί δρόμοι γεμάτοι από φρέσκα περιττώματα από αρκούδες με έκαναν να ανησυχήσω λίγο. Η διαδρομή ήταν πολύ όμορφη δίπλα σε ποτάμι και τον ήλιο να καίει στους 30 βαθμούς.
Στους σταθμούς οι εθελοντές ήταν ευγενέστατοι αλλά τα φαγητά όχι ικανοποιητικά. Είχα καλύψει 120 χιλιόμετρα με +5.200 θετική υψομετρική με τα μονοπάτια να γίνονται πιο δύσκολα, με πέτρα και σαρα στα κατεβάσματα και τη κούραση να γίνεται εμφανή.
Κάποια στιγμή και καθώς νύχτωνε σε ένα μονοπάτι που οδηγούσε σε δάσος ένιωσα δίπλα μου κάτι να με κοιτάει. Γυρίζω, ανοίγω το φακό και βλέπω 2 κόκκινα μάτια ... λέω αρκούδα ... αρχίζω να σφυρίζω δυνατά και να φωνάζω.. μάλλον έφυγε.. μπαίνω στο δάσος και συνεχίζω με το 2ο φακό ανά χείρας γιατί άρχιζε να τελειώνει η μπαταρία του πρώτου..
Συνεχόμενα ανεβοκατεβάσματα μέσα στο δάσος με έκαναν να πιστέψω ότι κάνω κύκλους για περίπου 2 ώρες .. τα ίχνη της σηματοδότησης λιγόστευαν .. είχα χαθεί; να γυρίσω πίσω; να καλέσω τον αριθμό έκτακτης ανάγκης; να εγκαταλείψω.. Ίσως πρώτη φορά που μου ήρθε στο μυαλό η σκέψη της εγκατάλειψης.. Η μόνη μου ελπίδα το ρολόι μου που είχα περάσει τη διαδρομή να μου λέει ότι πάω σωστά .. πάω όμως; τρέχω κι είμαι στο ίδιο σημείο συνέχεια.. συνεχίζω απογοητευμένος για περίπου ένα μισάωρο και βλέπω και πάλι σημάδι.. πάω καλά.. πήρα αρκετή δύναμη αφού είχε στεγνώσει το στόμα μου μέσα στην ομίχλη που είχε σκεπάσει τα πάντα … στον επόμενο σταθμό ανέφερα στους εθελοντές την ελλιπή σήμανση κι αμέσως έφυγαν να τη διορθώσουν. Αυτή τη συνήθεια να κόβουν τις κορδέλες σήμανσης προφανώς αθλητές ποτέ δε το κατάλαβα. Τελικά τρώω στο σταθμό και ξεκινάω νυσταγμένος και αρκετά ταλαιπωρημένος.
Μετά από 130 χιλιόμετρα και +5.778 μέτρα θετική υψομετρική στις 29 ώρες, χωρίς ύπνο και ξεκούραση, βρέθηκα να τρέχω σε ένα παλιό χωματόδρομο που οδηγούσε σε ένα χωριό.. ξαφνικά ακούω μια φωνή... Γιώργοοοο... γυρνάω πίσω μου βλέπω τη γυναίκα μου! Τι κάνεις εσύ εδώ, πως βρέθηκες εδώ την ρωτάω! Ξαφνικά ένα τράνταγμα σε μια πέτρα με έκανε να ξυπνήσω! Οι παλμοί είχαν πέσει στους 90 και τα μάτια δε κρατιόντουσαν ανοιχτά.. Κυριολεκτικά άρχισα να αυτοχαστουκίζομαι αλλά τίποτα .. ίσως να κάτσω να κοιμηθώ λίγο; η υποθερμία παραμονεύει καθώς και άγρια ζώα.. Θυμήθηκα ότι είχα ένα σακουλάκι nescafe στη τσάντα μου. Το ανοίγω και ρίχνω λίγους κόκκους στο στόμα.. Ίσως είχε αποτέλεσμα τελικά..
Η διαδρομή είχε αρχίσει να γίνεται κατηφορική και επικίνδυνη, με σάρα σε πολύ απότομο γκρεμό ο οποίος δε συγχωρούσε λάθος. Το πιο επικίνδυνο κομμάτι της διαδρομής, αφού 8 χιλιόμετρα τα έκανα σε 3.30 ώρες. Φτάνω στον προτελευταίο σταθμό με πολύ πόνο στα πέλματα από τη βραχώδη διαδρομή, καθώς ένιωθα τις φουσκάλες να καίνε. Ακολούθησε ένα πανέμορφο κομμάτι, δίπλα ακριβώς από τη θάλασσα, αλλά δε κράτησε πολύ γιατί μας έβαλε σε ένα μονοπάτι γεμάτο πέτρα για να πιάσουμε το τελευταίο σταθμό.
Άρχισα να πιστεύω στο τερματισμό μου και ξεκίνησα να ανεβαίνω ώστε να καλύψω τα τελευταία μέτρα υψομετρικής και αμέσως μετά να αρχίσω να κατεβαίνω στα τελευταία χιλιόμετρα του αγώνα μέχρι να αντικρύσω από μακριά - ενώ η αϋπνία μου έπαιζε παιχνίδια - τον 2ο πατέρα μου να περιμένει να με συγχαρεί. Τα τελευταία μέτρα με βρίσκουν με δάκρυα στα μάτια γεμάτο συγκίνηση που τα κατάφερα μετά από 38 ώρες στη 15η θέση της κατηγορίας μου και 34η της γενικής κατάταξης.
Ο κάθε άνθρωπος που μπαίνει σε τέτοιους αγώνες έχει τον δικό του κρυφό λόγο, τον οποίο ίσως δε μάθει ποτέ κανένας άλλος. Κορυφαίος αθλητής δεν υπήρξα ποτέ ούτε νομίζω ότι θέλω, αλλά και μπορώ να υπάρξω. Θέλω απλώς σε 20 χρόνια να έχω ακόμη αυτόν τον παιδικό ενθουσιασμό όταν τερματίζω σε τέτοιους αγώνες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου